Εντος σπιτιου, με τον φεγγιτη να περιμενει. Μικρο αστικο ημερολογιο, στις τελευταιες σελιδες. Σελιδες χωρις φαντασια αυτή τη φορα. Ξεφυλλιζω χρονια τα ιδια λογια, ειπωμενα από διαφορετικους ανθρωπους, με ξεχωριστες φωνες. Στεκομουν πριν και κοιτουσα γνωριμα προσωπα, βλεμματα που εχουν κοιταξει τα ιδια μερη με μενα, χερια που εχουν αγγιξει τα ιδια πραγματα, που τα εχω αγγιξει εγω . Όσο γελασαμε, τοσο ακομα ζησαμε και η υπολοιπη ζωη μας περιμενει εκει, λιγακι παραπερα. Ο, τι πιο αγνο εχω να χαρισω, είναι οι λεξεις στο χαρτι, δεν εμαθα να δινω περισσοτερα, δεν ξερω να χαριζω απλοχερα. Χαρτια γραμμενα και αγαπη μονο. Αγαπη πολλη που πηρα κι εδωσα. Και πορευτηκα ομορφα ως τωρα.
Αν ειχα ένα χρωμα για κάθε φορα που εβγαινε ενας από μας από την εξωπορτα, και σχεδιαζα τις διαδρομες, θα ειχαμε φτιαξει την πιο πολυχρωμη πολη. Θα ειχαμε αποτυπωματα από τραπεζακια με ροδες που σερναμε στα πεζοδρομια και γελουσαμε, αποτυπωματα από ποδια που κουβαλανε πιατα με φαγητα, τα οποια διαφερουν αρκετα από τα αποτυπωματα του κρασιου. Θα ειχε κι αλλα βηματα, που θα περνουσαν από πανω ροδες από βαλιτσες κι αλλα με σημαδια από μελανι και γραμματα που παραπεσαν. Βηματα με μπαλονια στο χερι, δωρα, ομπρελες, βηματα που συναντιουνται σε καποια γωνια, δινουν ένα φιλι κι επειτα προχωρουν χερι χερι.. Βηματα που εκλαιγαν, κι αλλα που τραγουδουσαν. Κι εκεινα που προχωρουσαν μαζι, αλλα τελικα σε μια στροφη άλλο πηγε ευθεια κι άλλο εστριψε. Βηματα που οδηγουν σε λεωφορεια, σε σταθμους, σε σπιτια.
Μονο που χαθηκα. Κραταω τον χαρτη της πολης και είναι αχρηστος. Όχι, δεν ανακαλυψα οσα θα μπορουσα, μα εμαθα οσα χρειαστηκα και τωρα πρεπει να τον διπλωσω και να τον βαλω στην τσαντα μου, με όλα του τα σημαιακια και τις διαδρομες. Γιατι αγορασα καινουργιους, αγραφους. Δηλαδη λευκες κολλες χαρτι, χωρις περιγραμματα και ακτογραμμες. Κι εχω και μαρκαδορους, για να ζωγραφισω. Πρεπει να ζωγραφισω περιπου εξι με εφτα διαφορετικες πολεις συν δυο τρεις χωρες, και ακομη τις διαδρομες από και προς την κάθε πολη και χωρα, δηλαδη συνολικα, χρειαζομαι μπλε για τις θαλασσες, καφε για τα βουνα, πρασινο για τους καμπους, και γκρι, πολύ γκρι για τα κτιρια των πολεων. Κι επειτα πρεπει να φτιαξω μικρα ημερολογια για να τα χαρισω, να γραφουμε, να μην ξεχναμε. Υποθετω λοιπον πως αυτό γινεται συνηθως. Όταν τελειωνει ενας χαρτης, πρεπει να φτιαξεις έναν καινουργιο. Πολλους καινουργιους.
Χαρτες λοιπον, πολλους, που θα δανεισεις, που θα σε βοηθησουν αλλοι να σχεδιασεις, που θα τους μουτζουρωσουν, που δεν θα μοιαζουν σε τιποτα με τους προηγουμενους. Θα είναι μονο η συνεχεια των προηγουμενων. Και καποτε θα γεμισουμε έναν τοιχο ολοκληρο με μικρογραφιες από τις διαδρομες μας, με μικρα μικρα σημαιακια σε κάθε καινουργιο φιλι και κάθε μεγαλη αγκαλια, σε κάθε στιγμη που καναμε λαθη και μετα τα σβησαμε με μια καινουργια γραμμη, με άλλο χρωμα. Να διωξουμε τον φοβο τωρα. Και να κανουμε ένα βημα ακομα, γιατι δεν γινεται αλλιως.
Κλειδωσε την πορτα, το μαξιλαρι μου κρατησε το εσυ να κοιμασαι, -ναι θα πινουμε καφε το απογευμα και θα τα λεμε- οχι, δεν θα σταματησω να βραζω λαχανικα που βρωμανε- μήπως εστειλε η γιαγια σοκολατακια;- σου ειπαδεν αργω, σε μιση ωρα θα τα πουμε στο γνωστο μερος- ποσο κρυο κανει παλι αποψε…Μη φοβασαι, εγω εδώ ειμαι… Οι σελιδες είναι ακομα λευκες και περιμενουν. Τελικα κλειδωσες;
2 σχόλια:
Όμορφο... Κράτα τις στιγμές, τις εικόνες, τους ήχους όσο μπορείς. Είναι ο θησαυρός σου.
Ανεκτιμητος, το ξερω... :)
Δημοσίευση σχολίου